Τρίτη 10 Μαΐου 2016

Σελιδοδείκτης - 10.05.2016-


Σελιδοδείκτης

ΜΑΝΟΣ ΛΟΥΚΑΚΗΣ 
ΧΑΡΤΟΜΑΝΤΗΣ
εκδόσεις  Καστανιώτης 
Αθήνα 2008

γράφει ο Νίκος Σιδέρης 
ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΠΕΝΘΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΣ

Την ποίηση του Μάνου Λουκάκη τη γνωρίζω. Η συλλογή «Χαρτομάντης» είναι σπονδυλωτή. Τα μέρη ΙΙ και ΙΙΙ μου φάνηκαν οικεία. Το μέρος Ι («Πολύ το άσπρο το λιλά το ροζ / Λιγότερη η ώχρα»), ωστόσο, μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Θεωρώντας ότι τα μέρη ΙΙ (μικρού μεγέθους ποιήματα) και ΙΙΙ (εκτενής «σουΐτα») πλαισιώνουν και υποστηρίζουν το Ι, θα περιοριστώ σ’ αυτό.

Η μορφή, ένα ευαίσθητο κατόρθωμα της τέχνης, ισορροπεί πάνω από δυο αβύσσους: Μπαρόκ ρητορεία και θρυμματισμός της αίσθησης. Το καταφέρνει με την ενότητα τόνου και ύφους, την αρχιτεκτονημένη συναρμογή των μερών, και κύρια μέσω του «κόκκινου νήματος» που διαπερνά τον σωρείτη εικόνων, αισθήσεων και στοχασμών του όλου. «Κόκκινο νήμα», συνεκτικός ιστός, που απαρτίζεται από παραλλαγές σ’ ένα βαθύ ερώτημα: Πως επιστρέφει το παν; Ή, αλλιώς: Τι μπορεί να περιμένει ένας άνθρωπος όταν νοσταλγεί μια αίσθηση πληρότητας, ίσως χαμένη για πάντα; «Ξέρω / Θα λες φιλοσοφώ» σχετικά με «τα πράγματα της ανθρωπότητας» (σελ. 18): Ο ποιητής έχει επίγνωση και των επισφαλειών του εγχειρήματός του. Ωστόσο, τολμά. Και καταφέρνει να διαβεί στην αντίπερη όχθη των φαντασμάτων, κρατημένος από μια ποιητική κατασκευή: Ένα μοτίβο συναρθρώνει τα μέρη και την αίσθηση του όλου. Το μοτίβο είναι η επιστροφή του παντός κατά τμήματα.  Οκτώ παραλλαγές πάνω σ’ αυτό είναι η σπονδυλική στήλη του ποιήματος.


Η εμμονή και επανάκαμψη του μοτίβου, με ποικίλα πλην πάντοτε έντονα ψυχικά φορτία, ισοδυναμεί με εκδήλωση μιας φαντασίωσης, που μάχεται ν’ απαντήσει στο διπλό ερώτημα: (Πως) επιστρέφει το παν;  Τα βήματα της ποιητικής εξερεύνησης είναι: 1. Προσφυγή στο «αυτονόητο»: «Όμως το παν / Καθώς γνωρίζεις κατά τμήματα επιστρέφεται.» 2.  Ιστορικοποίηση της επιστροφής («κάποτε»): «Όμως / Το παν αναλαμβάνει κάποτε απαρχής το παν του / Και επιστρέφεται ακέραιο κατά τμήματα.» 3. Υπόσχεση («θα»): «κι ιδού το παν / Εκ νέου κατά τμήματα θα επιστρέψει.» Υπόσχεση που εξυπονοεί μια πρώτη καταγραφή απουσίας, η οποία ΘΑ καλυφθεί κάπως. 4. Κοσμική εξύψωση του ιδίου παντός («το παν μας»), μετουσίωσή του σε πανανθρώπινη μυθολογία: «Επιφοιτά πάνω σ’ όλα τα πράγματα το παν μας / το παν μας όταν αναλαμβάνει εξαρχής το παν του / Κι επιστρέφει.» Ταό και Σολωμός («και συ σε σε ’χεις μέρος») εδώ συναντώνται. 5. Στροφή στον άλλον («φίλε πες μου») για συναινετική απάντηση: «Και φίλε πες μου δεν επιστρέφει κατά τμήματα / Το παν με τέτοιους τρόπους;» Κάτι προφανώς διαταράσσει το αφετηριακό αυτονόητο, γεννώντας διερώτηση και άγχος. 6. Το παν αποκαλύπτεται ως το ανέφικτο: «Χειραφετείται απ’ τις αφηρημένες σου έννοιες / Γυρίζει σε ξανακοιτάζει σε αναλαμβάνει / Σου ορθώνει άλλα εμπόδια το παν / Δε σε αποφεύγει και εντέλει ως άρμοζε / Ηττάσαι κατά κράτος.» Η υπαρκτική έλλειψη ανακύπτει ως συστατική κατάσταση του υποκειμένου. 7. Το παν γίνεται αντιληπτό ως ειρωνική ιδιότητα ενός Άλλου — μιας άλλης που της λείπει το ανέφικτο συμπλήρωμα της έλλειψής της («ο άντρας στη βροχή»): «Και άφηνε ελεύθερο το παν της / Να επιστρέφει κατά τμήματα ωρών.» 8. Για να οδηγηθεί τελικά η ποιητική αίσθηση στη βιωμένη εμπειρία της επάρκειας του μερικού, για τους ανθρώπους: «Και μοναχά τα δέντρα θα επιστρέφονται στο παν τους». Ήτοι, στο γόνιμο πένθος της αυταπάτης.      

Απόλαυση του ποιητικού λόγου και βαθύτατη γνώση σχετικά με τη μοίρα των μυθικών ποθουμένων οδηγούν το ποίημα: Από την ανάγκη / αυταπάτη / υπόσχεση της αρχέγονης μυθικής πληρότητας του φανταστού μητρικού σώματος (το λακανικό Πράγμα), που επιστρέφει ακέραιη κατά τμήματα (ήτοι, μέσω των αντικειμένων της επιθυμίας), στη διάσχιση της φαντασίωσης και, μέσω του πένθους, στην επίγνωση της ανθρώπινης κατάστασης: Επάρκεια του μερικού, ως έγκυρος όρος για τη διαδρομή της ψυχής. Ο ενστερνισμός της διαύγειας συμπορεύεται με την ευστοχία του λόγου: Ο χαρτομάντης μίλησε και είπε τ’ αληθή — με ρίσκο κι απόλαυση. Δημιουργώντας ένα επικό χαϊκού : Επικό ως προς τον πλούτο αγορευτικών μέσων και πλοκής που, με κίνητρο ένα σύμπτωμα (“Ξεχνώ τραγούδια”, στ. 6), διερευνούν το καθολικό ερώτημα: “Πες μου πως τα πρόσωπα του ανθρώπου / Τον κόσμο καθιστούν μονάχο ή περιττό;” Η ύπαρξη ως επική διαδρομή, περιπέτεια και λύση, ως εναρμόνιση με την αλήθεια των πραγμάτων (γαληνογόνος επάρκεια μιας αναγκαίας μερικότητας). Και χαϊκού ως προς την άμεση εμπειρία της αποκαλυπτικής στιγμής, που μεταδίδεται, χρησμός, σε κάθε ενδιαφερόμενο. Ίσως επαρκής συμπύκνωση ανοιχτή σε προσωπικές αναγνώσεις: Ποιητικός πραγματισμός,  με άλλα λόγια, ως τέχνη του ζην.

Ο Νίκος Σιδέρης είναι ψυχαναλυτής και συγγραφέας
πηγή: critique.gr


Ο Μάνος Λουκάκης γεννήθηκε το 1951 στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης. Σπούδασε κλασική φιλολογία στην Αθήνα και δίδαξε αρχαία ελληνικά στην ιδιωτική εκπαίδευση (Αθήνα - Ηράκλειο) για δυόμισι δεκαετίες. Από το 1995 έζησε μόνιμα και εργαζόταν στην Αθήνα. Έγραφε κριτική του βιβλίου στο περιοδικό "Μετρό", στην εφημερίδα "Το Βήμα" και σε άλλα έντυπα. Ποίηση άρχισε να γράφει στα δεκαπέντε του. Πέθανε στις 9 Μαΐου 2011, χάνοντας τη μάχη με τον καρκίνο.



τετράδιο εξόδου  Μικρό Αφιέρωμα



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου