Δευτέρα 2 Μαΐου 2016

Σελιδοδείκτης 02.05.2016



Σελιδοδείκτης

Μαρία Γαλανού
Ανθρωπολογικές όψεις του εθίμου της ζωοκλοπής Η ερμηνευτική βάση της νομολογίας του Εφετείου Κρήτης.
εκδόσεις ΣΑΚΟΥΛΑ 

Για πρώτη φορά επιστημονική μελέτη για τη ζωοκλοπή στην Κρήτη. Βιβλίο από την Ηρακλειώτισσα δικηγόρο Μαρία Γαλανού - Οι άγνωστες πτυχές της μάστιγας που στιγματίζει για χρόνια το νησί μας.

Συνέντευξη στον Θάνο ΠερβολαράκηΑπαντήσεις που δεν δόθηκαν ποτέ, επιστημονικά και ιστορικά τεκμηριωμένες, αλλά και με σαφήνεια, δίνει μέσα από την έρευνά της στο βιβλίο με τίτλο "Ανθρωπολογικές όψεις του εθίμου της ζωοκλοπής -Η ερμηνευτική βάση της νομολογίας του Εφετείου Κρήτης" η δικηγόρος Μαρία Γαλανού. Η συγγραφέας παρουσιάζει όλες τις διαστάσεις του φαινόμενου της ζωοκλοπής στην Κρήτη μέσα από τις σελίδες της αξιόλογης δουλειάς της, η οποία μόλις κυκλοφόρησε και διατίθεται από το βιβλιοπωλείο Φουκαράκη. ]

Η κ. Γαλανού σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Π» αναφέρει:

-Πώς προέκυψε η ιδέα για το βιβλίο αυτό;

Το 2003 το Ινστιτούτο Κρητικού Δικαίου προκήρυξε ερευνητικό πρόγραμμα με θέμα «Η ζωοκλοπή στην Κρήτη». Υπέβαλα αίτηση και έγινε δεκτή από το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος. Υπογράψαμε τη σχετική σύμβαση και ξεκίνησα την έρευνα στο Εφετείο Κρήτης.

-Γιατί αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το θέμα της ζωοκλοπής;

Στη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών στη Νομική της Αθήνας είχα αναλάβει σε κάποιο από τα μαθήματά μας εργασία για την βεντέτα. Τότε χρειάστηκε να μεταβώ στα Χανιά, στη βιβλιοθήκη του Ινστιτούτου Κρητικού Δικαίου, για να βρω βιβλιογραφικές πηγές. Οι γόνιμες συζητήσεις μου με τον τότε διευθυντή του Ινστιτούτου κ. Στρατή Παπαμανουσάκη έδειξαν ότι υπάρχει στενή σύνδεση μεταξύ ζωοκλοπής και βεντέτας στη βάση της μεσογειακής κουλτούρας. Ταυτόχρονα, μια πρώτη έρευνα στο αρχείο του Εφετείου Κρήτης αποκάλυψε τον κρυμμένο θησαυρό των αποφάσεων για την ζωοκλοπή. Για έναν ερευνητή αυτό ήταν μία πρόκληση.

-Ο αναγνώστης του βιβλίου τι θα διαβάσει μέσα από τις σελίδες του;

Το βιβλίο αφορά μία έρευνα που είναι πρωτίστως επιστημονική. Επικεντρώνεται σε ένα ζήτημα ποινικού ενδιαφέροντος, το οποίο ερμηνεύεται μέσα από τις δικαστικές αποφάσεις του Εφετείου Κρήτης, με κριτήρια κυρίως ανθρωπολογικά, κοινωνιολογικά, εγκληματολογικά. Άλλωστε, μία δικαστική απόφαση αποτυπώνει την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής της. Κάθε απόφαση είναι μία σύντομη ιστορία ζωής. Επειδή, όμως, το ήμισυ του βιβλίου παρουσιάζει όλες τις αποφάσεις του Εφετείου Κρήτης –συνολικά 445– των ετών 1950-2006 και μάλιστα σε μορφή περίληψης, είναι πολύ εύκολα αναγνώσιμο από τον οποιοδήποτε αναγνώστη, χωρίς απαραίτητα να έχει εξειδικευμένες γνώσεις. Αλλά και το θεωρητικό μέρος του βιβλίου, δηλαδή τα τέσσερα πρώτα κεφάλαια, είναι γραμμένα σε απλή γλώσσα, πολλές φορές μάλιστα επαναλαμβάνονται λέξεις, φράσεις αλλά και ιστορίες στην κρητική διάλεκτο. Το μόνο ‘δύσκολο’ κείμενο είναι εκείνο που αφορά στις νομοθετικές ρυθμίσεις, αλλά είναι σχετικά σύντομο και ο αναγνώστης μπορεί να το προσπεράσει, εάν δεν είναι νομικός. Με λίγα λόγια, το βιβλίο αυτό φέρνει στο φως ένα τμήμα της κρητικής ιστορίας.

-Πιστεύετε ότι η ζωοκλοπή είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Η ζωοκλοπή ως συμπεριφορά απηχεί συγκεκριμένες αρχές μιας κουλτούρας, ενός πολιτισμού. Εκφράζει, όμως, ταυτόχρονα και μια συνήθεια βαθιά ριζωμένη στον κώδικα συμπεριφοράς του Κρητικού. Θεωρώ ότι είναι δύσκολο να αλλάξουν οι Κρήτες της υπαίθρου τις συνήθειες τους, είτε θετικές είτε αρνητικές είναι αυτές. Το βιώνω αυτό κάθε φορά που επισκέπτομαι στο νησί μου και συναναστρέφομαι με τους ανθρώπους του χωριού κυρίως. Ιδίως τώρα που η οικονομική κρίση έχει παραλύσει τους μηχανισμούς αστυνόμευσης είμαι περισσότερο απαισιόδοξη.

-Γιατί κατά τη γνώμη σας δεν καταγγέλλεται συχνά η ζωοκλοπή αλλά υπάρχει ένα είδος ομερτά;

Η σιωπή δηλώνει αυτοπροστασία. Κανένας δεν θέλει να καταγγείλει ένα περιστατικό ζωοκλοπής ούτε να καταθέσει ως μάρτυρας σε σχετική δίκη, διότι πολύ απλά φοβάται τα αντίποινα. Επίσης, σε κάποιες πολύ φιλήσυχες περιοχές του νησιού μας, η σιωπή πιθανόν να σημαίνει ότι με τον τρόπο αυτό «σκεπάζω τον αδελφό μου που έσφαλε» και του δίνω μία δεύτερη ευκαιρία. Υπάρχει, όμως, και μία τρίτη ερμηνεία, περισσότερο δυσάρεστη. Ότι δηλαδή σιωπώ και περιμένω τον κατάλληλο καιρό, εφόσον είμαι το θύμα της υπόθεσης, για να ανταποδώσω και να πάρω εκδίκηση.

-Πώς τιμωρείται σήμερα η ζωοκλοπή;

Η ζωοκλοπή τιμωρείται πολύ αυστηρά με τις διατάξεις του ν.1300/1982 και ως πλημμέλημα και ως κακούργημα. Το κακούργημα προϋποθέτει τέλεση από κοινού, χρήση βίας ή απειλή βίας, κατοχή όπλου κ.λπ. Εάν σκεφτούμε ότι σχεδόν ποτέ κανένας δεν πάει να κλέψει μόνος του και ότι οι περισσότεροι Κρητικοί οπλοφορούν, τότε σχεδόν πάντα η ζωοκλοπή καταλήγει να είναι κακούργημα που τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και υψηλές χρηματικές ποινές.

-Μια αυστηρότερη νομοθεσία θα ήταν λύση;

Πόσο πιο αυστηρή; Ήδη είναι υπερβολικά αυστηρή η ποινική μεταχείριση του ζωοκλέφτη. Επίσης, η εφαρμογή αυτής της αυστηρής ποινικής νομοθεσίας που ισχύει σήμερα έχει λύσει το πρόβλημα; Όχι βέβαια. Και δεν πρόκειται να λυθεί με αυτόν τον τρόπο. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι αλλαγή νοοτροπίας και αλλαγή νομοθεσίας.

-Γιατί αποτελεί ιδιώνυμο έγκλημα και τι σημαίνει αυτό;

Το ιδιώνυμο ή ιδιογενές έγκλημα συνιστά μια ειδική περίπτωση διακεκριμένου εγκλήματος, δηλαδή εγκλήματος που τιμωρείται αυστηρότερα σε σχέση με το βασικό έγκλημα της κλοπής.

-Γιατί προτιμάται ο «σασμός» ανάμεσα σε θύτες και θύματα και όχι η καταγγελία στις αστυνομικές αρχές;

Για πολλούς λόγους, κυρίως όμως διότι η προσφυγή στις αστυνομικές και δικαστικές αρχές θεωρούνταν εθιμικά, ανέκαθεν, προδοσία για τους Κρητικούς. Προτιμούν να επιλύουν τις διαφορές τους μόνοι τους, εντός της τοπικής κοινότητας. Κι εσείς αναφερθήκατε στην ιδιότυπη ‘ομερτά’ που παρατηρείται σε αυτές τις περιπτώσεις. Αν αναλογιστούμε, ωστόσο, την υπερφόρτωση των δικαστηρίων τα τελευταία χρόνια, η προτίμηση της εξωδικαστικής επίλυσης μίας διαφοράς ή μιας σύγκρουσης, με τη μεσιτεία των «σαστάδων», αναδεικνύεται ετεροχρονισμένα σε πολύ σοφή επιλογή των Κρητικών. Μάλιστα, πολύ πρόσφατα εισήχθη και ο θεσμός της διαμεσολάβησης στο ελληνικό δίκαιο. Έπειτα, θα πρέπει να σκεφτούμε ότι ο «σασμός» ισχυροποιεί τους δεσμούς μεταξύ των μελών των τοπικών κοινωνιών. Δηλαδή ενώνει, δεν διαιρεί. Άλλωστε, ένας αμερικανός ανθρωπολόγος που πραγματοποίησε έρευνα πεδίου σε χωριά της κρητικής υπαίθρου τη δεκαετία του 1960 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «οι Κρητικοί κλέβουν ζώα για να γίνουν φίλοι». Ας μην ξεχνάμε ότι το επιστέγασμα ενός «σασμού» είναι συνήθως μια συντεκνιά.

-Συνδέεται εμμέσως ή άμεσα η χασισοκαλλιέργεια με τη ζωοκλοπή;

Φαινομενικά δεν συνδέεται. Ούτε η έρευνα που διεξήγαγα έδειξε κάτι τέτοιο. Αλλά συνήθως τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι, ως απλός παρατηρητής και ερευνητής, δεν μπορώ να δικαιολογήσω, με τη χρήση της λογικής, την προέλευση των περιουσιακών στοιχείων ή των μεγάλων κοπαδιών ανθρώπων της υπαίθρου που γνωρίζω και συναντώ.

-Γιατί απέτυχε η Πολιτεία στην αντιμετώπιση αυτής της μάστιγας;

Διότι από την αρχή επικράτησε μία εσφαλμένη λογική. Η λογική της υπέρμετρα αυστηρής τιμώρησης. Δεν είναι δυνατό να τιμωρείται μία ζωοκλοπή βαρύτερα από μία ανθρωποκτονία από αμέλεια. Έχουμε χάσει το μέτρο εξισώνοντας αυθαίρετα τα έννομα αγαθά. Σκεφτείτε ότι ίσχυε μέχρι πριν από λίγα χρόνια και η παρεπόμενη ποινή της εκτόπισης, επειδή κάποιος έκλεψε έντεκα πρόβατα και δύο κουδούνια το 1961 ή συνολικά δέκα πρόβατα το 1973. Επίσης, οι αποφάσεις που εκδίδονται σήμερα, για παράδειγμα, και δημοσιεύονται στο νομικό τύπο παραπέμπουν στο νόμο που κάνει λόγο για δραχμές φυσικά ως προς τις χρηματικές ποινές, εφόσον ψηφίστηκε το 1982, ανεξάρτητα από τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις του, όλες βέβαια προ της εισαγωγής του ευρώ. Δεν πρέπει να σκεφτούμε, επιτέλους, ότι ήρθε η ώρα να τροποποιήσουμε αυτό το νόμο; Και όσοι συμμετέχουν στη νομοθετική παραγωγή της χώρας, όπως είναι οι εκπρόσωποι της Κρήτης στο ελληνικό κοινοβούλιο, δεν θα πρέπει να κάνουν κάτι;

-Γιατί ανθεί ιδιαιτέρως στην Κρήτη και όχι σε άλλες κτηνοτροφικές περιοχές;

Υπάρχουν μαρτυρίες ότι εντοπίζεται η ζωοκλοπή και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας αλλά πιο περιορισμένα. Η άνθηση της ζωοκλοπής στην Κρήτη συνδέεται με πολλούς παράγοντες, όπως η ελλιπής αστυνόμευση, η οικονομική αδυναμία σε προηγούμενες δεκαετίες εντονότερα, η σύνδεση της ζωοκλοπής με την κοινωνική αναγνώριση της επιδεξιότητας και του αντρισμού κ.ά. Όπως ήδη εξήγησα, πολλές φορές κάποιος κλέβει από τα ζώα εκείνου, με τον οποίο επιδιώκει να γίνει σύντεκνος με το «σασμό» που θα ακολουθήσει. Διότι οι κοινωνικές σχέσεις και οι δεσμοί με συγκεκριμένα πρόσωπα της τοπικής κοινωνίας προσδιορίζουν την ταυτότητα του προσώπου. Τέλος, επειδή σε κάποιες περιοχές της Κρήτης δυστυχώς η έννοια της ‘λεβεντιάς’ αλλοιώθηκε. Λεβέντης είναι όποιος επιδέξια κλέβει ζώα και επιδέξια χειρίζεται το όπλο που κουβαλάει; Δε νομίζω.

Ιστορίες από το βιβλίο…

-Ιστορία πρώτη: 

Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη η αναφορά που γίνεται στο κοινωνικό φαινόμενο της ζωοκλοπής στα Σφακιά στα χρόνια της Ενετοκρατίας από το Γενικό Προβλεπτή της Γαληνοτάτης στην Κρήτη Μπενέτο Μόρο (1602): «Ο τόπος τούτος βρίσκεται στη νοτική πλευρά. Είναι οχυρός, όχι μόνο επειδή είναι ορεινός και δίχως λιμάνια, μα και γιατί οι κάτοικοί του είναι άγριοι και τραχείς. Στην περιφέρεια των Σφακίων είναι 10 χωριά, με 600 περίπου σπίτια και 2500 κατοίκους, από τους οποίους γύρω στους 700 είναι ικανοί για στράτευση και αγγαρείες. Από αυτούς 500 είναι γραμμένοι στις Ορντινάντσες. Κανείς απ’ αυτούς δεν υποχρεώνεται να πάει στην αγγαρεία ή στο κάτεργο, γιατί περνούν όλοι σαν προνομιούχοι Αρχοντορωμαίοι, επειδή θεωρούνται απόγονοι των ευγενών εκείνων οικογενειών, που έστειλε σαν αποικία στην Κρήτη ο βυζαντινός αυτοκράτορας. Γι’ αυτούς, δίχως αμφιβολία, δεν πρέπει να αναφέρει κανείς πολλά ελαττώματα, παρά μόνο για τις κλοπές και κάτι άλλα σοβαρά εγκλήματα, που διαπράττουν μεταξύ τους, γιατί ζουν χωρισμένοι, πολλές φορές με αίμα, σε δύο φατρίες εχθρικές μεταξύ τους· τη φατρία των Πάτερων και τη φατρία των Παπαδόπουλων, που μισούν η μία την άλλη. Το μίσος αυτό, μπορεί να πει κανένας, γεννήθηκε μαζί με αυτούς και δεν οφείλεται στις ζημιές, που προξενεί η μία φατρία στην άλλη, τόσο σ’ αυτήν την περιφέρεια όσο και στις άλλες. Οι περισσότεροι από αυτούς ζουν μάλλον από τις κλεψιές παρά από άλλες εργασίες».

-Ιστορία δεύτερη

Η σημαντικότερη και ταυτόχρονα η πρώτη εθνικής σημασίας ζωοκλοπή πραγματοποιήθηκε το 1774, τέσσερα χρόνια μετά την επανάσταση του Δασκαλογιάννη, όταν οι Σφακιανοί εξεγέρθηκαν υπό τον ιερέα παπα-Σήφη κατά του πλούσιου και σκληρού Τούρκου Αγά Ιμπραήμ Αληδάκη. Πριν από το μαρτυρικό θάνατό του κατάφεραν να ανακτήσουν βοσκοτόπια και να μοιραστούν τα χιλιάδες αιγοπρόβατά του. Η εξόντωση του Αληδάκη είχε προσλάβει επαναστατικό-πολεμικό χαρακτήρα, με έντονο ταυτόχρονα το στοιχείο της πολυπρόσωπης αντεκδίκησης από την πλευρά των καταπιεσμένων Κρητικών.

Επίσης, το Φραγκοκάστελο έχει μείνει στην ιστορία από την ένδοξη μάχη που έλαβε χώρα στην πεδιάδα και μέσα στα τείχη του τον Μάιο του 1828 ανάμεσα στον Μουσταφά πασά και τον Χατζή Μιχάλη Νταλιάνη. Εκείνη την περίοδο βρισκόταν σε εξέλιξη η πολεμική προετοιμασία για τη Μάχη του Φραγκοκάστελου, που έλαβε χώρα στις 18 Μαΐου 1828. Στην Κρήτη είχε ήδη από τις αρχές του έτους αποβιβασθεί ο ξακουστός ήρωας Χατζή Μιχάλης Νταλιάνης προκειμένου να συμπαρασταθεί στους Σφακιανούς στον αγώνα τους ενάντια στον Μουσταφά Πασά, βεζίρη στον Αποκόρωνα. Στις 8 Μαΐου ο Χατζή Μιχάλης άφησε εκατό άνδρες στο φρούριο του Φραγκοκάστελου και με την άλλη δύναμη –το συνολικό του στράτευμα αριθμούσε 600 άνδρες και εκατό ιππείς– αλλά και σε συνεργασία με τους Σφακιανούς, κατέβηκε στο Ρέθυμνο, όπου χτύπησε τον Οσμάν πασά την ώρα που έβγαινε από το φρούριο της Φορτέτσας για να πάει να ενωθεί με τους Αποκορωνιάτες Τούρκους. Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν και διασκορπίστηκαν. Άφησαν περί τους σαράντα νεκρούς και πολλούς αιχμαλώτους. Εκτός από τη φθορά που προξένησαν στον εχθρό, πήραν και έξι χιλιάδες ζώα –κατ’ άλλους επτά χιλιάδες– και μερικά φορτία σιτάρι που ήταν φορτωμένα στα μουλάρια, τα οποία άρπαξαν.

-Ιστορία τρίτη: 

Το 1948, στο χωριό Αράδαινα Σφακίων, ξεκίνησε μέσα σε ελάχιστα λεπτά μια από τις πλέον ιστορικές βεντέτες που συγκλόνισαν το νησί της Κρήτης, οδηγώντας σε τόσα θύματα όσα ήταν αρκετά για να ξεκληριστούν ολόκληρες οικογένειες. Αφορμή για να ξεκινήσει αυτή η αιματηρή σύγκρουση στάθηκε το κουδούνι ενός προβάτου. Διηγούνται, δηλαδή, ότι οι μετέπειτα αντιμαχόμενοι είχαν διαπράξει ζωοκλοπή. Η λεία μοιράστηκε ακριβοδίκαια αλλά στη μοιρασιά δεν είχε γίνει ρητή πρόβλεψη και για το ‘λέρι’ (:κουδούνι γιδοπροβάτου) ενός από τα κλεμμένα ζώα. Αυτό το ασήμαντο αντικείμενο προκάλεσε έναν διαπληκτισμό με πολλά θύματα και τελικά στην εγκατάλειψη και την ερήμωση του χωριού, όπου ζουν ελάχιστοι κτηνοτρόφοι περιφερόμενοι στα γύρω βοσκοτόπια. Οι λαογραφικές πηγές αναφέρουν ότι «μια κακή ώρα, κουνιάδια και αδελφοπαίδια σκοτωθήκανε και το χωριό εγκαταλείφθηκε. Άλλοι πήγαν στα Χανιά, άλλοι στην Αθήνα και άλλοι στο εξωτερικό. Αιτία ήταν μια μικροδιαφορά. Ένα απόγευμα την ώρα που έπεφτε ο ήλιος, ένα παιδί έβγαλε ένα λεράκι (: κουδούνι) από ένα ποίμνιο και αυτός που το είχε του ζήτησε το λόγο. Σε λίγη ώρα είχαν σκοτωθεί τέσσερα άτομα και μέχρι το βράδυ κι άλλα. Όλοι εγκατάλειψαν τα σπίτια τους και σκόρπισαν».

-Ιστορία τέταρτη: 

Η αρπαγή και η κλοπή μερικών ζώων αποτελούσε στο παρελθόν μια από τις βασικότερες αιτίες αντεκδίκησης∙ άνοιγε έναν κύκλο αιματηρής αντιπαλότητας αμφίβολου τερματισμού. Σε πολλές περιπτώσεις οι πράξεις αντεκδίκησης ξεπερνούσαν κάθε όριο και έφταναν στην επικράτηση της βαρβαρότητας: αλυσιδωτές ζωοκλοπές, σφαγές εν ψυχρώ δεκάδων ζώων, κόψιμο της γλώσσας των ζώων, δολιοφθορές, διεύρυνση της ρήξης μεταξύ των δύο πλευρών, σε κάποιες περιπτώσεις ανθρωποκτονίες. Η υπερβολή της συγκρουσιακής σχέσης αποτυπώνεται στη διήγηση που αναφέρει ότι η ιστορική οικογένεια των Λιάπηδων, για παράδειγμα, ξεκληρίστηκε, διότι ξεκίνησε ένας κύκλος βεντέτας με άλλες ισχυρές οικογένειες με αιτία την κλοπή ενός κριού. Κάποιοι άλλοι αποδίδουν την έναρξη αυτής της βεντέτας σε ένα ασήμαντο για τα σημερινά δεδομένα γεγονός, σε ένα απλό χαστούκι που δημιούργησε αγεφύρωτο μίσος και αλλεπάλληλα φονικά μεταξύ δύο ομάδων οικογενειών: αφενός μεν των Λιάπηδων και των Βελήδων, αφετέρου δε των Τσιριντάνηδων, των συγγενών τους Πωλογιάννηδων και των συγγενών των τελευταίων, των Ξερούχηδων. Μερικοί από αυτούς που επέζησαν, εκπατρίστηκαν. Σήμερα δεν υπάρχει στην επαρχία κανείς Λιάπης, κανείς Βελής.

-Ιστορία πέμπτη: 

Σχετική είναι και η απόφαση του Ιεροδικείου Ηρακλείου της 9ης Σεπτεμβρίου 1672 για τον κρυπτοχριστιανό Χουσεΐν του Αβδουλλάχ, υπηρέτη του Μουσταφά Μπεσέ από το Κάτω Βαρσαμόνερο Ρεθύμνης, ο οποίος, με τη βοήθεια και άλλων ραγιάδων, σκότωσε με μαχαίρι το αφεντικό του καθώς κοιμόταν έξω από το σπίτι του και άρπαξε 15 μουζούρια στάρι και δέκα πρόβατα. Η γυναίκα και οι κόρες του θύματος με αγωγή κατηγόρησαν το δράστη, ότι μαζί με τους άπιστους της Σούδας, που κατεχόταν από τους Βενετούς ακόμη, διενεργούσε ληστείες, φόνους και διαρπαγές. Οι μουσουλμάνοι μάρτυρες που εξετάστηκαν επιβεβαίωσαν τις κατηγορίες. Δεν αναφέρεται η απόφαση, παρά μόνον ότι «κατεχωρίσθησαν δε ταύτα ώδε τη αιτήσει». Υποτίθεται βέβαια ότι είναι καταδικαστική 

(: τουρκικά αρχεία Ηρακλείου).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου